Μικρή Ιστορική Αναδρομή

Στο κέντρο του Νομού Μεσσηνίας, αριστερά του κάμπου, βρίσκουμε το χωριό Μαυρομμάτι, χτισμένο αμφιθεατρικά στη πλαγιά του βουνού Ιθώμη. Απέναντι από το Μαυρομμάτι, χαμηλά στην κοιλάδα απλώνεται με μεγαλοπρέπεια η Αρχαία Μεσσήνη, πρωτεύουσα του Μεσσηνιακού κράτους.

Η Αρχαία Μεσσήνη είναι μια από της σημαντικές σε μέγεθος, μορφή και διατήρηση πόλεις της αρχαιότητας, που έχει ακόμα πολλά να προσφέρει. Δεν διαθέτει μόνο ιερά και δημόσια οικοδομήματα, αλλά και οχυρώσεις επιβλητικές, κατοικίες και ταφικά μνημεία.

Διαθέτει εκτός των άλλων, το σπάνιο προνόμιο να μην έχει καταστραφεί ή καλυφθεί από νεότερους οικισμούς και να βρίσκεται σε ένα κατ’εξοχήν μεσογειακό αλώβητο περιβάλλον.

Το φυσικό αυτό περιβάλλον συνδυάζει την ορεινή  μεγαλοπρέπεια των Δελφών και την χαμηλή παραποτάμια γαλήνη της Ολυμπίας, με τον δεσπόζοντα γυμνό ασβεστολιθικό όγκο της Ιθώμης.

Στους πρόποδες του όρου Ιθώμης διακρίνονται κατάλοιπα αρχαίας πόλης, περιστοιχισμένης ακόμα από τείχη που θεωρούνται μοναδικά δείγματα οχυρωματικής τεχνικής του 4ου αιώνα π.Χ. Πρόκειται για τη νέα πρωτεύουσα που ίδρυσε το 369 π.Χ ο Θηβαίος Επαμεινώνδας και οι Αργείοι σύμμαχοι του. Της έδωσαν το όνομα από την πρώτη μυθική προδωρική βασίλισσα της χώρας «Μεσσήνη», που ήδη από τον 10ο αι. π.Χ είχε θεοποιηθεί.

Η Βασίλισσα Μεσσήνη, όπως λέει η παράδοση. Ίδρυσε το ιερό του Δίος Ιθωμάτα στην άκρη του γκρεμού, στην κορυφή της Ιθώμης. Αναδείχθηκε σε μια από της κύριες Θεότητες της πόλης μαζί με τον Δία Ιθωμάτα στα ελληνιστικά χρόνια (3ος – 2ος αι. π.Χ), όταν κατασκευάστηκε το Ασκληπιείο όπου συλλατρεύτηκε με τον Ασκληπιό.

Ο Επαμεινώνδας απελευθέρωσε τη Μεσσηνία από τη σπαρτιατική επιρροή και επέλεξε τους πρόποδες του όρους Ιθώμη για να χτίσει την πρωτεύουσα των ελεύθερων Μεσσηνίων. Η πόλη οχυρώθηκε με την τελευταία λέξη της τεχνικής για να αντέχει τις επιδρομές των Σπαρτιατών. Χτίστηκε σχεδόν ταυτόχρονα με την αρκαδική Μεγαλόπολη, ώστε να αποκλειστεί η Σπάρτη από εχθρικά κράτη και να εκλείψει η επιρροή της έξω από τη Λακωνική.

Ο περιηγητής Παυσανίας έχει διασώσει τις περισσότερες πληροφορίες για την ίδρυση της πόλης. Κήρυκες σταλμένοι από τους Θηβαίους έφτασαν στην Ιταλία, τη Σικελία, τη Λιβυκή πόλη Ευεσπερίδες και όπου αλλού ζούσαν φυγάδες Μεσσήνιοι, και τους κάλεσαν να γυρίσουν στην πατρίδα τους. Είναι προφανές ότι οι απελευθερωμένοι είλωτες και περίοικοι της Μεσσηνίας θα συμμετείχαν κι αυτοί αλλά το ζωτικότερο στοιχείο της ξενιτιάς θεωρήθηκε απαραίτητο και, ευτυχώς για τα σχέδια του Επαμεινώνδα, ανταποκρίθηκε στον κάλεσμα. Η επιλογή της θέσης της πόλης έγινε μετά από υποτιθέμενη θαυματουργή αποκάλυψη της θέσης της διαθήκης του Μεσσήνιου ήρωα Αριστομένη και με τη βοήθεια ιερέων και μάντεων. Η πόλη ονομάστηκε από τη μυθική βασίλισσα Μεσσήνη, κόρη του βασιλιά του Άργους Τριόπα. Έτσι ξεκίνησε το χτίσιμο του τείχους, μετά από θυσίες των συμμάχων προς τους τοπικούς θεούς και ήρωες, και υπό τη συνοδεία βοιωτικών και αργείτικων αυλών (αν και ο Παυσανίας δεν θεωρεί πως εκείνο το τείχος ήταν αυτό που είδε ο ίδιος).

Η πόλη παρέμεινε το πολιτιστικό κέντρο της Μεσσηνίας μέχρι το 395, όταν η επιδρομή των Γότθων του Αλάριχου υποτίθεται πως έδωσε το αποφασιστικό πλήγμα στην πόλη. Τότε οι λιγοστοί πια κάτοικοί της θα άρχισαν να εγκαθίστανται σε ασφαλέστερους οικισμούς και η θέση να ερημώνεται.